20 Αυγ 2009

Η παθολογία της εφηβείας

Τα όρια του φυσιολογικού και του παθολογικού στην εφηβεία





Η εφηβεία είναι ένα φαινόμενο ορμονικό, βιολογικό, πνευματικό. Είναι ένα προϊόν της ανθρώπινης διανόησης (~ Canguilhem).





Με αυτόν τον εκπληκτικό αφορισμό θα ξεκινήσουμε την προσπάθεια να ορίσουμε τη διαφορά ανάμεσα σε μια προσαρμοστική αναπτυξιακή συμπεριφορά και σε μια συμπεριφορά παθολογική κατά τη διάρκεια της εφηβείας.







Σύμφωνα με τον B. Krammer είναι πιο εύκολο να απομονώσουμε την παθολογία μια και βασιζόμαστε πάνω στη σπουδαιότητα των συμπτωμάτων, τις μορφοποιήσεις των συγκρούσεων και των αμυνών.





Συχνά μπορούμε να μπερδέψουμε την εφηβεία με όλες τις αρχικές μορφές ψυχασθένειας. Η διάγνωση της παθολογίας ή της υγείας στηρίζεται κατ' ουσία (σύμφωνα με την A. Freud) πάνω στην εκτίμηση της ικανότητας για εξελικτική πρόοδο.





Υπάρχει κατάσταση υγείας όταν έχουμε την εντύπωση μιας ικανοποιητικής εσωτερικής ισορροπίας στην οποία αντιστοιχεί ένας βαθμός προσαρμογής στο περιβάλλον. Αδιαφιλονίκητα σημαντικός είναι ο παράγων της οικογένειας, η οποία σε συνειδητό ή προ-συνειδητό επίπεδο σπρώχνει το υποκείμενο να δεχτεί το ρόλο του ασθενούς, έτσι ώστε να γίνει ο στόχος των οικογενειακών εντάσεων και ο φορέας των συμπτωμάτων. Αυτό που ονομάζουμε σύμπτωμα στην εφηβεία είναι σχεδόν πάντα μια συμπεριφορά ρήξης. Ρήξης με το σύνολο της πρέπουσας συμπεριφοράς ή ρήξης με το περιβάλλον. Σε όλες τις περιπτώσεις είναι το απροσδόκητο και το απρόβλεπτο που μας συγκλονίζει.





Εξάλλου πάντα αναρωτιόμαστε: Η ανισορροπία που παρατηρούμε στον έφηβο αντικατοπτρίζει μια φυσιολογική κρίση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε με υπομονή και σταθερότητα ή πρόκειται για σύμπτωμα μιας ασθένειας που θα πρέπει να φροντίσουμε; Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για πρόβλημα παιδαγωγικό και στην άλλη για πρόβλημα ιατρικό.





Αν για το σώμα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον ορισμό του Leriche ότι "υγεία είναι η σιωπή του σώματος", για τη συμπεριφορά μπορούμε να πούμε ότι "υγεία είναι η σιωπή της συμπεριφοράς". Ως συμπτώματα ο Canguilhem εννοεί κάποιες ανωμαλίες, δηλαδή χαρακτηριστικά που αποσπώνται από το περιβάλλον τους. Κάθε ανωμαλία είναι ταυτόχρονα και μια στάση, μια συμπεριφορά που εγγράφεται μέσα σε συστήματα συμπεριφορών και στην έκφραση μιας υποκειμενικότητα. Εξάλλου η ανωμαλία δεν διαχωρίζεται ριζικά από τις υπόλοιπες συμπεριφορές του εφήβου, οι οποίες εντάσσονται στο σύνολο των πράξεών του.





Σε μια κοινωνία προοδευτική, κάθε συγκρουσιακή δυσαρμονία των εφήβων μπορεί να φαίνεται σαν εχέγγυο επιτυχίας. Ενώ σε κοινωνίες πιο παραδοσιακές και σταθερές η ίδια συγκρουσιακή δυσαρμονία φαίνεται σαν παθολογικό σύμπτωμα. Από αυτό καταλαβαίνουμε πόσο τα κριτήρια του φυσιολογικού ή του παθολογικού ορίζονται και χαρακτηρίζονται από κοινωνική σχετικότητα. Εξού και ορίζουμε ως ψυχική ασθένεια τα συστήματα εκείνα της συμπεριφοράς που δεν επιτρέπουν την επιβίωση του ατόμου ή διαταράσσουν σοβαρά την προσαρμογή στο περιβάλλον.





Το ίδιο ισχύει και για τα συμπτώματα των εφήβων, που μοιάζουν να έρχονται σε ρήξη με το σύνολο της συμπεριφοράς τους. Η παθολογική τους σημασία εξαρτάται επίσης από προηγούμενα κριτήρια.





Ανάλογα με το περιβάλλον και την εποχή η σοβαρότητα των συμπτωμάτων ποικίλλει. Μια σχολική επιτυχία θεαματική ή μια κοινωνική περιθωριοποίηση μπορούν κάλλιστα να εγγραφούν τόσο στην ψυχοπαθολογία, όσο και στο αντίθετό της, η αξία όμως του συμπτώματος ποικίλλει ανάλογα με τις κοινωνικές αξίες και όχι με το ψυχολογικό περιεχόμενο.





Συχνά μπροστά σε μια θεαματική χειρονομία ή μια επικίνδυνη για τον ίδιο τον έφηβο και το περιβάλλον του συμπεριφορά είμαστε υποχρεωμένοι να διαπιστώσουμε, ότι δεν υπάρχει σχέση ανάμεσα στο σύμπτωμα και στην ψυχοπαθολογική οργάνωση. Ένα πολύ ανησυχητικό σύμπτωμα μπορεί να εγγράφεται μέσα στο σύνολο μιας συμπεριφοράς ρευστής, ενώ ένα άλλο μέσα σε ένα σύστημα άκαμπτο, τυποποιημένο από πλευράς ψυχοπαθολογίας (π.χ. η τοξικομανία). Το ζήτημα είναι να εκτιμήσουμε καταρχήν τη συνοχή της δομής και το σύνολο της προσωπικότητας.





Πρόκειται εδώ για ένα σύνολο χαρακτηριστικών που αλληλοφορτίζονται και έλκουν προς το μέρος τους και άλλες συμπεριφορές ώστε να τις αλλάξουν; ΄Η συμβαίνει το αντίθετο; Κάθε εφηβική συμπεριφορά πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με το σύστημα μέσα στο οποίο οργανώνεται.





Με σύντομο τρόπο θα αναφερθούμε τώρα στις συχνότερες διαταραχές της εφηβείας:

- Στην τοξικομανία (εξάρτηση από ουσίες)

- Στη νευρική ανορεξία

- Στην κατάθλιψη

- Στις αυτοκτονικές τάσεις και

- Σε απλούστερα προβλήματα, δηλαδή αντικοινωνική συμπεριφορά, κλοπή, φυγές και στις διαταραχές των γνωστικών λειτουργιών.





1. Τοξικομανία





Το δόκιμο άρθρο της "Νευροψυχιατρικής του παιδιού και του εφήβου" αρχίζει με την απλή πρόταση: Εν αρχή ην η αγωνία. Και δεν υπάρχει πιο δόκιμη ρήση τόσο από πλευρά των ίδιων των παιδιών που έχουν το πρόβλημα, όσο και από την πλευρά εκείνων που προσπαθούν να το ακουμπήσουν είτε ως γονείς είτε ως ειδικοί.





Η συνάντηση μιας πέρα από κάθε μέτρο τεχνοκρατικής κοινωνίας και των παιδιών της που αναπτύσσονται συναισθηματικά με ρυθμούς παραδοσιακούς, μπορεί να εξηγήσει το γιατί δυσκολεύονται οι γονείς στην αληθινή επικοινωνία με τα παιδιά τους. Παρόλα αυτά αυτή ακριβώς η επικοινωνία είναι που αν διατηρηθεί μπορεί να αποτελέσει άριστο μέσο πρόληψης ενάντια στους κινδύνους που περικλείει η χρήση διάφορων ουσιών.





Ως τοξικομανία μπορούμε να ορίσουμε μια κατάσταση περιοδικής ή χρόνιας "δηλητηρίασης" που προέρχεται από την κατ' επανάληψη κατανάλωση ενός φυσικού ή συνθετικού φαρμάκου. Χαρακτηρίζεται δε από μία τάση να αυξάνονται οι δόσεις και να προκαλείται εξάρτηση φυσική ή ψυχική.





Ο εθισμός προέρχεται από την επαναλαμβανόμενη χρήση.





Συχνά υπάρχουν κοινωνικοί παράγοντες που προδιαθέτουν για τη χρήση τέτοιων ουσιών. Ώρες αργίας, λίγα ερεθίσματα στη ζωή, αποτυχία στη σχολική φοίτηση, ατυχείς επαφές? κτλ.





Οι νέοι συνήθως μέσω των ναρκωτικών προσπαθούν να "φύγουν", να αποφύγουν την αβάσταχτη αγωνία που τους προκαλεί η αδυναμία τους να βρουν τη θέση τους μέσα στην κοινωνία.





Η έκρηξη μέσα στις σημερινές οικογένειες, η αποδιοργάνωση της πατρικής εικόνας, η αδυναμία και η έλλειψη κύρους του πατέρα, συχνά μασκαρεμένη κάτω από το προσωπείο της αδιαφορίας ή της βιαιότητας δεν βοηθούν τον έφηβο στο να κάνει το πένθος του για τις γονεϊκές εικόνες και να τις αντικαταστήσει με ταυτίσεις προς πρότυπα πιο ρεαλιστικά και πιο δημιουργικά από αυτά των γονέων.





Τα χαρακτηριστικά του τοξικομανούς είναι η αδυναμία του να αντέξει τις αποστερήσεις και η πέραν του δέοντος παραμονή του στην αρχή της ευχαρίστησης αντί της αρχής της πραγματικότητας.





Συχνά πρώιμοι τραυματισμοί από τη σχέση με τη μητέρα, εμπειρίες που έχουν βιωθεί σε μια ηλικία όπου το Εγώ ήταν πολύ αδύνατο για να τις αντιμετωπίσει μπορούν να έχουν δημιουργήσει ένα πεδίο συναισθηματικής ευθραυστότητας και μια δυσανεξία για κάθε είδους στέρηση. Η άρνηση του οποιουδήποτε πόνου, ψυχικού ή σωματικού συνδυάζεται με ένα πρωτόγονο συναίσθημα παντοδυναμίας του Εγώ που συναντά κανείς μόνο στην πρώιμη παιδική ηλικία.





Οι συνέπειες της χρήσης ουσιών κατά την εφηβεία ιδιαίτερα είναι καταστρεπτικές. Προκαλούνται στον έφηβο φαινόμενα "απο-προσωποίησης", "σωματικές αλλαγές", βαθιά άγχη, διάσπαση του συναισθήματος της ενότητας και της ακεραιότητας του ατόμου. Υπάρχει απώλεια των ορίων του Εγώ και κίνδυνος για έκλυση οξέως ψυχωτικού επεισοδίου.





Φυσικά όσον αφορά τη φυσιολογική ανάπτυξη του εφήβου, η χρήση ουσιών είναι αδιαμφισβήτητα παράγων αποσταθεροποιητικός. Παρατηρούμε στον έφηβο μια στάση παιδικόμορφη, παλινδρομική που συνοδεύεται από την άμεση αναζήτηση ευχαρίστησης. Αυτή η παλινδρόμηση έχει μια μορφή σφαιρική και προσβάλλει ιδιαίτερα το συναίσθημα και τη θέληση, οδηγώντας προς στάσεις αβουλίας και απραγματισμού.





2. Νευρική ανορεξία





Εμφανίζεται κυρίως στις έφηβες κοπέλες σαν νευρωτική διαταραχή. Εμφανίζεται καταρχήν με το προσωπείο μιας ελάττωσης της τροφής π.χ. μιας δίαιτας αδυνατίσματος, συνοδεύεται από υπερδραστηριότητα και από αμηνόρροια. Εξαρτάται συχνά από τη δομική βάση της προσωπικότητας και από τις σχέσεις με την οικογένεια. (Περισσότερα πληροφορίες για τη Νευρική ανορεξία θα βρείτε εδώ)





3. Η κατάθλιψη





Είναι μια πολύ συχνή ψυχοπαθολογική οντότητα στους εφήβους. Εμφανίζεται κλινικά μέσω συναισθημάτων αποθάρρυνσης, θλίψης, με έλλειψη συγκέντρωσης, πτώση της σχολικής απόδοσης, απο-επένδυση, έλλειψη ενδιαφέροντος, σωματική ασθένεια, υποχονδριακές εκδηλώσεις ή και άγχος.





Ως προς τη συμπεριφορά, η κατάθλιψη εμφανίζεται υπό μία μορφή φυγής μέσω μιας πράξεως (acting out ή agi). Ο νέος αποφεύγει το πρόβλημά του αντί να το αντιμετωπίσει.





Πολύ συχνά η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται και ως αντίδραση συναισθηματικού τύπου με βάσεις ψυχοβιολογικές.





Είναι συνηθισμένο φαινόμενο, συναισθήματα θλίψης και χαράς να αλληλοδιαδέχονται τα μεν τα δε στη ζωή των εφήβων. Όσο η ένταση αυτών των καταστάσεων δεν ξεπερνά ένα συγκεκριμένο όριο μπορούμε να τις εντάσσουμε ως φυσιολογικές αντιδράσεις απαραίτητες για την καλή λειτουργία του ψυχικού οργάνου.





Είναι καλό να γνωρίζουμε ότι μια αντίδραση μπορεί να χαρακτηριστεί ως φυσιολογική, όταν είναι ανάλογη με τη γενεσιουργό αιτία της και δεν παρατείνεται στο χρόνο χωρίς αιτιολογία.





Η εφηβεία είναι μία περίοδος ψυχοσυναισθηματικής ευθραυστότητας συνδεδεμένη με την αναβίωση καταθλιπτικών στάσεων, αποτελούμενη από αμφιβολίες και αβεβαιότητες. Η επιστροφή ή μάλλον η αναδρομή του εφήβου στην κατάθλιψη εκτυλίσσεται (σύμφωνα με τον Diatkine) ως εξής: "Το παιδί κατά τη διάρκεια της λανθάνουσας περιόδου ζει πιστεύοντας ότι οι επιθυμίες του θα πραγματοποιηθούν στο άμεσο μέλλον και ότι η εξουσία των γονιών και των δασκάλων εμποδίζουν για την ώρα την πραγματοποίησή τους. Όταν ο έφηβος ενεργοποιήσει κάποιες από αυτές τις επιθυμίες χωρίς να πετύχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, τότε είναι δυνατόν να υιοθετήσει μια καταθλιπτική στάση".





Εάν η καταθλιπτική αντίδραση δεν περιέχει αντικοινωνικά περάσματα στην πράξη συνοδεύεται από παλινδρομήσεις που θέτουν αυτές οι ίδιες σε λειτουργία μηχανισμούς αποκατάστασης ή θεραπείας (ίασης).





4. Η αυτοκτονική τάση





Ο έφηβος κατά τη διάρκεια της απώλειας των γονεϊκών προτύπων βρίσκεται υπό την επήρεια της απώλειας του αντικειμένου αγάπης. Τότε, όπως τονίστηκε και προηγούμενα, ενδυναμώνεται μια ψυχική ευθραυστότητα που θα ευνοούσε τις αυτοκτονικές τάσεις. Φυσικά προς όφελος της ζωής οι περισσότεροι νέοι δεν αυτοκτονούν. Επουδενί όμως θα λέγαμε ότι μπορούν οι εφηβικές κρίσεις να ενοχοποιηθούν ως αιτίες που προκάλεσαν την αυτοκτονία. Πάντα είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψη μας ότι πρέπει να προϋπάρχει μια τουλάχιστον ψυχολογική ιδιαιτερότητα στην οικογενειακή οργάνωση και στο περιβάλλον του παιδιού. Οι περισσότεροι συγγραφείς τείνουν να συμφωνήσουν στο ότι παράγοντες όπως η διάλυση της οικογένειας, η απουσία του πατέρα, η εγκατάλειψη της μητέρας είτε λόγω ασυμφωνίας, είτε λόγω νέου γάμου, προδιαθέτουν αρνητικά. Συχνά στους αυτοκτονικούς εφήβους Παρατηρούμε ότι υπάρχει μια πρώιμη έλλειψη του πατέρα ή μιας σταθερής πατρικής εικόνας. Εκτός οικογένειας ο νέος έρχεται πολύ νωρίς σε επαφή με το περιβάλλον και την κοινωνία. Αυτό δεν είναι εύκολο για ένα παιδί του οποίου η ηλικία χαρακτηρίζεται ακριβώς από τη δυσκολία να βρει τη θέση του μέσα στο περιβάλλον. Η κοινωνία μας (κατά τον Ajuuriaguera) δίνει στο νέο προϋποθέσεις μάλλον ανασφάλειας παρά σιγουριάς.





Η κοινωνική απομόνωση ορισμένων εφήβων, δεν επιτρέπει την κλασική πορεία της παλινδρόμησης και την ένταξή τους μέσα στην ομάδα, ώστε να δημιουργήσουν άμυνες ενάντια στην αυτοκτονική τάση.





Η πενία δευτερευόντων προτύπων, ώστε ο έφηβος να ταυτιστεί μαζί τους και η απομόνωση που αυτή συνεπάγεται, προσδιορίζουν μια αδυναμία στο να μπορεί ο έφηβος να δεχτεί οποιαδήποτε βοήθεια.





Οι ιδέες θανάτου είναι κοινές για όλους τους εφήβους. Η αυτοκτονία ωστόσο σηματοδοτεί εδώ, ως πέρασμα σε μια πράξη αυτοκαταστροφής, την αποτυχία των δευτερογενών (πιο εξελιγμένων) μηχανισμών άμυνας και την έλλειψη αποστασιοποίησης σε σχέση με τις συγκρουσιακές καταστάσεις της εφηβείας.





5. Διαταραχές των γνωστικών λειτουργιών





Μια ειδική κατηγορία διαταραχών της εφηβείας που αφορά άμεσα τους παιδαγωγούς και η οποία είναι μάλλον άγνωστη είναι "οι ειδικές δυσκολίες των εφήβων στον τομέα της λειτουργίας της σκέψης".





Εμφανίζονται ως εξελικτικές διαταραχές της προσωπικότητας σε συνδυασμό με παταγώδη σχολική αποτυχία και έναν τρόπο λειτουργίας της σκέψης που δεν αντιστοιχεί καθόλου στα συνήθη κριτήρια των παιδαγωγών.





Η κλινική εικόνα είναι η εξής:

- Σχολική αποτυχία άσχετη από το νοητικό δυναμικό

- Απουσία ενδιαφέροντος σε όλους τους τομείς της ζωής

- Κανένα κέφι για διασκέδαση. Δεν ξέρουν τι να κάνουν με τις διακοπές τους. Δεν τελειώνουν τα παιχνίδια τους

- Τα hobbies είναι σπάνια

- Νιώθουν συχνά καταδιωκόμενοι ή απαξιωμένοι





Είναι έξυπνοι - λένε οι καθηγητές - μα δίνουν την εντύπωση ότι δεν ξέρουν, ότι δεν σκέπτονται, ότι ονειρεύονται, ότι ζουν σε μια ομίχλη από όπου αναδύονται κάποιες θολές ιδέες που επιπλέουν. Αυτά τα παιδιά συχνά μας οδηγούν στο να χάσουμε απέναντί τους κάθε λογική συμπεριφορά. Το να τα αφήσεις στην ίδια τάξη δεν έχει αποτέλεσμα. Το να τα προβιβάσεις μοιάζει άδικο. Συχνά τα παιδιά περνούν από διάφορα σχολεία, πράγμα που δείχνει την απελπισία των ενηλίκων. Καμιά φορά το ξεκίνημα της σχολικής συμμετοχής γίνεται ξαφνικά και απρόσμενα, ενώ οι έφηβοι ως τώρα έδειχναν να μην είχαν κατακτήσει την ελάχιστη γνώση. Θα προσθέταμε, ότι αυτό συμβαίνει μάλλον ανεξάρτητα από τις όποιες προσπάθειες αναπλήρωσης των μαθησιακών κενών και όχι χάρη σ' αυτές. Ξαφνικά αποκαλύπτουν κάποιες γνώσεις που έχουν εμπεδώσει μάλλον άθελά τους.





1. Πρέπει να ξέρουμε, ότι η σχολική αποτυχία δεν είναι τόσο απλή όσο η εξίσωση: Έλλειψη γνώσεων = κενό προς αναπλήρωση.

2. Η σχολική άρνηση ή η έλλειψη ενδιαφέροντος ποτέ δεν συναντάται χωρίς το αντίθετό της σε λανθάνουσα κατάσταση. Δηλαδή μια υπερευαισθησία στην αποτυχία, μια μεγαλομανιακή "πείνα" για επιτυχία, ένας ναρκισσιστικός πόνος για τις ελλείψεις γνώσεων που καμιά φορά αφήνονται να διαφανούν. Οι αιτίες αυτών των φαινομένων φαίνεται να έχουν σχέση με την πιο κάτω σκέψη: Οι έφηβοι φοβούμενοι τον έλεγχο των ενηλίκων αρνούνται μια "κοινή γλώσσα" (αυτήν της σχολικής μάθησης), που στα μάτια τους σηματοδοτεί αυτόν τον φόβο. Η παράβαση αυτή, η ανυπακοή μοιάζει με δρόμο που επιτρέπει την εγκατάσταση της ταυτότητάς τους, ενώ εκφράζεται και με ποικίλες δυσκολίες στη λειτουργία της σκέψης και στην πρόσληψη γνώσεων.

Μια κατηγορία συγγενών διαταραχών εμφανίζεται σε εφήβους που ονομάζουμε "μεθοριακούς", "ψυχοπαθητικούς", με "αντικοινωνική συμπεριφορά", χωρίς όμως νοητικές ελλειμματικότητες. Οι έφηβοι αυτοί εμφανίζουν διαταραχές στη λογική σκέψη και στην οργάνωσή της. Χαρακτηριστικά εμφανίζουν "γνωστική δυσαρμονία", δηλαδή ανομοιογένεια στις λειτουργίες της σκέψης καθώς και σοβαρή ανεπάρκεια στη λειτουργία της συμβολοποίησης (δυσπραξία, δυσγνωσία, δυσχρονία) η οποία φυσικά συνεπιφέρει σοβαρές δυσκολίες στις σχολικές, επαγγελματικές, ηθικές και κοινωνικές κατακτήσεις.





Δυσπραξία: Αδυναμία της εσωτερικής αναπαράστασης της πράξης, αδυναμία να προσλάβει τις μεταβολές, να καταλαβαίνει λογικές πράξεις, να γράφει.

Δυσχονία: Αδυναμία σκέψης του χρόνου, της διάρκειας, της χρονολογίας. Δυσκολία στη συγκέντρωση, στη μονιμότητα των δεσμών με το αντικείμενο στη συγκράτηση των επενδύσεων, πράγμα που δίνει εικόνα διαφορικής διάγνωσης "υπερκινητικού συνδρόμου".

Δυσγνωσία: Σοβαρές δυσκολίες της σωστής (δόκιμης) αναπαράστασης με λόγια ή γραπτά, όπου εμπλέκονται και νευρολογικού ή οργανωτικού τύπου διαταραχές. Δυσφρασία, δυσλεξία, δυσορθογραφία, κ.ά. καθώς και άγνοια των συνηθισμένων πολιτισμικών εννοιών. Η ανωμαλία αυτή συνδέεται και με παράγοντες κοινωνικοοικονομικούς και πολιτισμικούς.





6. Διαταραχές της συμπεριφοράς





Μάλλον πρόκειται για μεμονωμένα συμπτώματα που εκφράζουν τη δυσπροσαρμοστικότητα μιας εν εξελίξει συγκρουσιακής προσωπικότητας.





Η εφηβεία θεωρείται περίοδος διαλεκτικής αναδιοργάνωσης που θέτει εν αμφιβόλω τις σχέσεις του αντικειμένου με τον εαυτό του και με τον κόσμο. Δεν τα καταφέρνει πάντα κανείς να αποδεχτεί τους άλλους μέσα στην ατομικότητά τους, το φύλο τους, το σώμα τους, την κοινωνική τους θέση. Επειδή ο έφηβος ψάχνει για ταυτότητα, θέση και αυτονομία, προκαλεί την ανησυχία, το άγχος και την ανασφάλεια στους ενήλικες. Εξ ου και οι αμφιταλαντεύσεις στο οικογενειακό και ευρύτερο περιβάλλον τους.





Η ποικιλία των αντικοινωνικών πράξεων των εφήβων είναι η έκφραση μιας φάσης της ανθρώπινης ανάπτυξης, που σημαδεύεται από βαθιές μεταλλαγές και πρόσκαιρη, αλλά έντονη ευθραυστότητα.





Η προσέγγισή μας στα προβλήματα αυτά της εφηβείας δεν πρέπει επουδενί να είναι διαγνωστική ή καταδικαστική. Μάλλον στόχος μας θα πρέπει να είναι να δούμε τι συμβαίνει και να βοηθήσουμε, αν είναι δυνατόν, θεραπευτικά.





Η αντικοινωνική συμπεριφορά με τη μορφή της καταστροφής, ή του αναρχισμού κτλ. μπορεί (όπως η κλινική πείρα αποδεικνύει) να σχετίζεται με απώλεια του αντικειμένου αγάπης σαν συνέπεια ενός θανάτου ή μιας αρρώστιας.





Συχνά όμως η αντικοινωνική συμπεριφορά των νέων οφείλεται και στην έλλειψη καλής ποιότητας προτύπων για να ταυτιστούν μαζί τους. Γι'αυτό συνήθως ενοχοποιείται μια επιθετική ή απορριπτική οικογένεια.





Συχνά πολλές από τις παράλογες επιθετικές πράξεις έχουν ένα επιθετικό βάρος, εάν τις δούμε κάτω από το εξής πρίσμα: Μετάθεση Π.χ. σε μια "επίσημη αρχή" της σύγκρουσης που έχει ο έφηβος με τους γονείς του (π.χ. διαδηλώσεις και έκτροπα).





7. Η κλοπή





Συχνότατη κατά την εφηβεία τείνει να επιβεβαιώσει π.χ. τον ανδρισμό του εφήβου και να τον καθησυχάσει. Η κλοπή μοτοποδηλάτων και αυτοκινήτων μπορεί να έχει σαν στόχο την προσέλκυση των κοριτσιών, αλλά επίσης και την προσπάθεια να προστατευτεί ο έφηβος από το πλήθος κάνοντας μια πράξη μοναδική.





Η κλοπή μπορεί να συμβολίζει και την ανάκτηση ενός αντικειμένου αγάπης που χάθηκε. Πάντως σίγουρα συμβολίζει την ανάγκη για μια συνεχή επιβεβαίωση.





8. Η φυγή





Η εγκατάλειψη της οικογενειακής εστίας είναι επίσης συχνό φαινόμενο της αντικοινωνικής συμπεριφοράς των εφήβων. Συχνά οι φυγές έχουν έννοια αντιδραστική κατά ενός περιβάλλοντος διαταραγμένου, διαλυμένου, κτλ. Υπάρχουν βέβαια και οι παθολογικές φυγές, οι οποίες δεν είναι οι πιο συχνές, αλλά συνοδεύονται από κλοπές, σεξουαλικές περιπέτειες, πορνεία, διαρρήξεις, βία, κτλ.





Σύμφωνα με τον Fenichel, η φυγή μπορεί να έχει διάφορες ερμηνείες. Μπορεί να είναι μέσον για να λυθεί μια κατάσταση επίπονης έντασης, αντίδραση άμυνας ενός αδύναμου Εγώ ενάντια σε έναν κίνδυνο φανταστικό ή πραγματικό που αποτελεί την πραγματικότητα.





Η φυγή μπορεί να είναι: απελευθέρωση προς το καινούριο, το άγνωστο, φυγή από τον εαυτό.





Η φυγή διαφέρει από την αλητεία στο ότι η τελευταία είναι πολύ οργανωμένη και αντιστοιχεί στην έρευνα για έναν χώρο ελευθερίας ή για μια καινούργια κοινωνικοποίηση μέσα από ομάδες ή κοινότητες.





Σε γενικές γραμμές το ανασφαλές των αξιών του κόσμου των ενηλίκων και οι αμφιταλαντευόμενες στάσεις του δεν ευνοούν την ανάπτυξη σημείων αναφοράς για τους νέους, π.χ. Η ρευστότητα στα ήθη των σεξουαλικών σχέσεων, η χρήση ηρεμιστικών από τους γονείς δε βοηθούν το σωστό προσανατολισμό των εφήβων.





Η εφηβεία, σύμφωνα με τον Terrier, αντιστοιχεί κυρίως στην πιο κάτω λειτουργία: Στο να γκρεμίσει τις αμυντικές δομές της παιδικής ηλικίας για να καταστεί δυνατόν να συμβαδίσει με την αφύπνιση της ενορμητικής ζωής, με τη διερεύνηση του πεδίου του εφικτού, προωθώντας έτσι την ανάπτυξη. Με αυτή την έννοια η εφηβεία είναι συνδεδεμένη με το φαινόμενο του πολιτισμού. Οι διακυμάνσεις της φτάνουν στα άκρα. Μπορούμε όμως με ασφάλεια να υποδείξουμε ότι:





- Η πρώιμη ανάληψη δυσβάσταχτων για τον έφηβο ευθυνών μπλοκάρει την ανάπτυξή του, όπως και

- Η χωρίς όρια παράταση στο χρόνο της εφηβικής ηλικίας δεν θα επιτρέψει την πραγμάτωση του Εγώ και άρα την ενηλικίωση.





Ρομποτή Σοφία, Κλιν. Ψυχολόγος

Κέντρο Ψυχολογικών Μελετών (systech.gr)

Αναδημοσίευση από: specialeducation.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας άρεσε;
Σχολιάστε το!