Κατά ένα μαγικό τρόπο, η έννοια “χρόνος” για το παιδί σας δε συμβαδίζει στην πράξη καθόλου με αυτό που έχετε εσείς στο μυαλό σας και έτσι κατά έναν επίσης παράξενο τρόπο, όποτε του ζητάτε ή του υπενθυμίζετε να κάνει κάτι, εκείνο το αναβάλλει.
Για πολλούς γονείς, λοιπόν, η έκφραση “Σε λίγο, μαμά/ μπαμπά!” είναι κάτι που ακούτε συχνά από το στοματάκι του παιδιού σας, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στα λόγια σας, αλλά τα προσπερνάει αφήνοντας απλώς το χρόνο να κυλήσει, μέχρι να μην πάει άλλο... Και εκεί εσείς “τρελαίνεστε”, θυμώνετε, φωνάζετε, σαστίζετε, εκνευρίζεστε, μέχρι να το κάνετε να κινητοποιηθεί και να κάνει αυτό που του ζητάτε. Κάποιοι άλλοι αρκείστε σε ένα “Καλααααά, θυμήσου το αυτό”, μέχρι που θα έρθει η στιγμή που θα θέλει να παίξει, να καλέσει τους φίλους του, να δει τηλεόραση, να πάτε βόλτα, κ.λπ., οπότε και θα πρέπει όντως να το θυμηθεί. Άλλοι πάλι γελάτε, το προσπερνάτε και αφήνετε στο ίδιο το παιδί να βρει το δικό του χρόνο για να κάνει ό,τι έχει να κάνει.
Όπως μας λέει και η κα Δήμητρα Ξενάκη, ψυχοθεραπεύτρια - οικογενειακή σύμβουλος, όταν ένα παιδί δεν ανταποκρίνεται άμεσα όταν το καλείτε, ξυπνάει συνέχεια αργά για το σχολείο, συχνά βάζει τις εργασίες του στην άκρη για να παίξει ή να παρακολουθήσει τηλεόραση και διάφορα άλλα που αφορούν τη διεκπεραίωση εργασιών ή στόχων, τότε είναι ορατή η τάση για τη συνήθεια της αναβλητικότητας. Πόσες μα πόσες φορές, δεν πιάνετε τον εαυτό σας να του ζητάτε κάτι και χρειάζεται να το ξαναπείτε δεύτερη και τρίτη και τέταρτη φορά. Και μπορεί εσείς να μην κουράζεστε να το επαναλαμβάνετε, όμως, η τάση του αυτή σιγά, σιγά αρχίζει να σας ανησυχεί. Αναρωτιέστε, λοιπόν, γιατί κάθε φορά που του ζητάτε να κάνει κάτι, σας απαντά με τον ίδιο πάντα τρόπο.
Καταρχήν, όπως μας εξηγεί η κα Ξενάκη, “το καλό με την αναβλητικότήτα είναι ότι δεν είναι κληρονομική, μαθαίνεται και άρα μπορεί να αλλάξει. Είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι γονείς, ότι δε σχετίζεται με ικανότητες ή εξυπνάδα.”, και συμπληρώνει “Αν αντιληφθείτε ιδιαίτερα σοβαρά θέματα αναβλητικότητας στο σχολείο ή στις εργασίες του σχολείου, ίσως θα πρέπει να διερευνήσετε για προβλήματα μαθησιακών δυσκολιών ή προβλήματα όρασης ή ακοής.”
Ας δούμε, λοιπόν, κάποιους από τους πιο σημαντικούς λόγους που μπορεί να οδηγούν ένα παιδί να εκδηλώνει αναβλητική τάση. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, η αναβλητικότητα σχετίζεται με 5 βασικά θέματα:
Δυσκολία: η εργασία ή ο στόχος φαίνονται δύσκολα και υπάρχει μια φυσική τάση στο παιδί να τα αποφύγει προτιμώντας να κάνει κάτι πιο ευχάριστο.
Κατανάλωση χρόνου: η εργασία απαιτεί μεγάλη κατανάλωση χρόνου που μπορεί να βρεθεί αργότερα, για παράδειγμα το Σαββατοκύριακο.
Έλλειψη γνώσης: υπάρχει ένας δισταγμός από το παιδί να ξεκινήσει μια εργασία μέχρι να έχει περισσότερες γνώσεις - πληροφορίες για το θέμα της.
Φόβος αποτυχίας: εάν η εργασία ή ο στόχος απαιτεί από το παιδί να κάνει κάτι διαφορετικό και να βγει έξω από την εμβέλεια των δυνατοτήτων του, τότε μπορεί να “παγώσει”, να ακινητοποιηθεί.
Τελειομανία: πολλά παιδιά φοβούνται, μήπως χάσουν τις πολύ ψηλές και συχνά μη ρεαλιστικές προσωπικές τους σταθερές που πιστεύουν ότι έχουν. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να μην πάει ποτέ στην ακρόαση για μια χορωδία, γιατί “δεν είναι αρκετά ταλαντούχο για να επιλεγεί”.
Χαμηλή αυτοεκτίμηση: ένα παιδί που δεν πιστεύει στον εαυτό του είναι πιθανό να εμφανίζεται αναβλητικό.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι το παιδί μπορεί να μην κάνει άμεσα ότι του ζητείται, γιατί μπορεί να έχει διαφορετικές προτεραιότητες από τις δικές μας, π.χ. να βρίσκει πιο ενδιαφέρον να συνεχίζει να παίζει στο playstation από το να βάλει τα σιδερωμένα ρούχα του στην ντουλάπα, μπορεί να φοβάται μήπως αποτύχει σε κάτι που δεν ξέρει να κάνει ή δεν ξέρει με ποιον ακριβώς τρόπο να το κάνει, μπορεί να θεωρεί ότι ο χρόνος απλώνεται ατελείωτος μέσα στη μέρα και έχει καιρό μπροστά του να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει ή τελικά μπορεί να φοβάται ότι θα κάνει λάθος ό,τι του ζητείται.
Ένα χαρακτηριστικό των παιδιών που αναβάλλουν είναι, ότι λένε ψέματα στον ίδιο τους τον εαυτό. Για παράδειγμα λένε: “αφού παίξω θα κάνω την εργασία για το σχολείο”, “τώρα θέλω να παίξω, αλλά αύριο το πρωί θα τελειώσω σίγουρα την εργασία μου”, “αύριο το πρωί, πριν το σχολείο, θα ξυπνήσω νωρίτερα και θα διαβάσω”.
“Η τάση για αναβλητικότητα, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν μια μικρή και άκακη ανθρώπινη αδυναμία, αλλά μπορεί να διογκωθεί σε μια συνήθεια, που μεγαλώνοντας να διαβρώσει την ποιότητα ζωής του ενήλικα. “Ρουφάει” μεγάλη ποσότητα ενέργειας, συναισθήματος και χρόνου. Ακόμα χειρότερα και πέρα από τους φόβους, τις αμφιβολίες για τον εαυτό και την χαμηλή ανοχή για τα δυσάρεστα που δημιουργεί αυτή η συνήθεια της αναβλητικότητας, μπορεί να οδηγήσει σε συναισθήματα αδυναμίας, ανικανότητας, άγχους, κατάθλιψης και ματαίωσης.”, αναφέρει η κα Ξενάκη.
Ο ρόλος των γονιών
Όπως μας εξηγεί η ίδια, ένας επιτρεπτικός ή ένας πολύ αυταρχικός γονέας μπορεί να προκαλέσει συνήθειες αναβλητικότητας. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν, ότι ο γονεϊκός τρόπος συμπεριφοράς παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην “εκμάθηση” της αναβλητικότητας. Γενικά πιστεύεται, ότι γονείς με υψηλές απαιτήσεις και ιδιαίτερα επικριτικοί “διδάσκουν” τα παιδιά τους να γίνονται αναβλητικά. Είναι σαν τα παιδιά να γίνονται “επαναστάτες” μέσω της αναβολής των υποχρεώσεων τους, αντιδρώντας ασυνείδητα στη συμπεριφορά του γονιού.
Συνήθως, πολύ περισσότερο όταν αφορά τα παιδιά, τα λόγια είναι περιττά και οι πράξεις είναι εκείνες που μετράνε. Τι θα πει αυτό στην προκειμένη περίπτωση; Πολύ απλά, ότι τα παιδιά μαθαίνουν κυρίως με ό,τι βλέπουν και ζουν και λιγότερο μ' αυτό που τα συμβουλεύουμε.
Μπορεί, λοιπόν, να ζητάτε συνεχώς από το παιδί σας να κάνει κάποια εργασία την ώρα που πρέπει, μπορεί ακόμα κάποιοι από εσάς να του έχετε εξηγήσει ουκ ολίγες φορές πόσο θα το βοηθήσει αυτό, ώστε να έχει ελεύθερο χρόνο ή και να μάθει να διαχειρίζεται τώρα και στο μέλλον καλύτερα το χρόνο του, όμως εσείς οι ίδιοι την ίδια στιγμή “καταργείτε” τα λόγια σας. Με ποιον τρόπο; Αν ένας γονιός είναι ο ίδιος αναβλητικός, αυτός είναι ένας από τους λόγους που μπορεί να σπρώξει το παιδί να υιοθετήσει την ίδια συμπεριφορά που βιώνει στο οικείο περιβάλλον του, θεωρώντας ότι είναι αποδεκτός ο συγκεκριμένος τρόπος.
Φυσικά, καλό θα ήταν να εξηγήσετε στο παιδί σας, ότι το να μην αναβάλλει τα πράγματα που έχει να κάνει δεν είναι κάτι που θα πρέπει να το κάνει να νιώθει καταπίεση, το αντίθετο μάλιστα, μπορεί να του προσφέρει ηρεμία του μυαλού, αίσθηση προσωπικής δύναμης, περισσότερη ελευθερία και ευχαρίστηση να γνωρίζει ότι έχει τον έλεγχο της ζωής του.
Από εκεί και πέρα, η δική σας αντιμετώπιση στην αναβλητική τάση του παιδιού, πρέπει φυσικά και πρώτα απ' όλα να βάζει σε “πρώτο πλάνο” το ίδιο το παιδί. Όπως μας εξηγεί η κα Ξενάκη, οι γονείς για να αντιμετωπίσουν την αναβλητικότητα των παιδιών τους είναι σημαντικό να μην τα φορτώνουν με “ταμπέλες” όπως τεμπελιά, ανικανότητα, ανευθυνότητα, αδυναμία και όποιον άλλο χαρακτηρισμό, που μπορεί να τα προσβάλλει και να βάλει ρωγμές στην αυτοεκτίμηση τους.
Είναι σημαντικό, επίσης, να μην υπερφορτώνονται τα παιδιά με εργασίες ή δραστηριότητες που τα εξαντλούν και τα κουράζουν. “Η συνομιλία των γονιών με τα παιδιά και ο σεβασμός των “θέλω” τους είναι σημαντικός παράγοντας για τις επιλογές τους, ανεξαρτήτως ηλικίας. Οι γονείς οφείλουν να ξεκαθαρίσουν με τον εαυτό τους, αν αυτό που ζητάνε από τα παιδιά τους είναι δική τους ανάγκη ή των παιδιών τους”.
Για παράδειγμα, αν σέρνουμε το παιδί μέχρι αργά για αθλητικές ή μουσικές δραστηριότητες, ποιανού ανάγκη είναι; Αντέχει το παιδί; Μήπως αναβάλλει το διάβασμα του, για παράδειγμα, γιατί είναι κουρασμένο, αλλά δεν το λέει, γιατί σίγουρα προτιμά να ασχολείται με πιο ευχάριστες δραστηριότητες, αλλά τελικά δεν αντέχει; Ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητές του ανάλογα με την ηλικία και τις αντοχές του; Συζητείστε μαζί του και αποφασίστε από κοινού τις δραστηριότητες και τις καθημερινές υποχρεώσεις και ευθύνες που αναλαμβάνει.
Συμβουλές για τους γονείς
- Ό,τι είναι δύσκολο και όχι ευχάριστο σαν εργασία, ας γίνεται όταν το παιδί είναι ξεκούραστο και φρέσκο και όχι στο τέλος της ημέρας.
- Συμφωνείστε μαζί με το παιδί σας συγκεκριμένη ώρα ή μέρα, που θα πρέπει να έχει τελειώσει τις εργασίες του.
- Όταν είναι εφικτό “σπάστε” την εργασία σε κομμάτια. Αν χρειαστεί διατυπώστε με περισσότερο αναλυτικό τρόπο αυτό που του έχει ζητηθεί.
- Όταν ορίσετε χρόνο που θα ελέγχετε την ολοκλήρωση της κάθε εργασίας του παιδιού, μην το αναβάλλετε, γιατί μ' αυτόν τον τρόπο κάνετε αυτό που ζητάτε του παιδιού να μην κάνει.
- Βοηθείστε τα παιδιά σας να κάνουν σωστή διαχείριση του χρόνου τους βάζοντας προτεραιότητες. Αν δυσκολεύεστε, ζητείστε τη βοήθεια ενός ειδικού.
- Δώστε στο παιδί σας μια ανταμοιβή (όχι χρηματική!), όταν καταφέρνει να είναι συνεπής με τους στόχους του, π.χ. περισσότερο χρόνο για παιχνίδι ή διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων ή παραπάνω χρόνος για κάποιο χόμπι του.
- Μην απαιτείτε περισσότερα απ' ότι είναι λογικό για το δικό σας παιδί. Σεβαστείτε την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς του.
- Να έχετε κατά νου, ότι πρέπει να συμβαδίζουν οι απαιτήσεις σας με την ηλικία του.
- Μην κάνετε εσείς τα πράγματα που πρέπει να κάνουν τα παιδιά σας κι αν κάποια τα κάνουν λάθος να θυμάστε ότι από τα λάθη μας μαθαίνουμε.
- Επιτρέψτε στα παιδιά σας να έχουν κάποιες ευθύνες και να παίρνουν κάποιες αποφάσεις για τα πράγματα που τα αφορούν. Μην αποφασίζετε μόνοι σας για όλα.
- Τέλος, γίνετε εσείς το κατάλληλο παράδειγμα για τα παιδιά σας, μην αναβάλλετε τις δικές σας εργασίες.
Πηγή: www.yeskid.gr
Αναβλητικά παιδιά... “Σε λίγο, μαμά!”