22 Οκτ 2009

Η καλύτερη διαφορά ηλικίας; Το δεύτερο παιδί

Το πότε θα αποκτήσετε το δεύτερο παιδάκι σας είναι κάτι που εσείς η ίδια και ο σύντροφος σας θα το επιλέξετε, αφού σκεφτείτε και ζυγίσετε όλα τα συν και πλην. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ιδανική διαφορά ηλικίας μεταξύ των δύό παιδιών, είναι τα δύο χρόνια.

Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί κανόνα, γιατί είτε το δεύτερο μωράκι έχει 2 είτε 4 ή 5 χρόνια διαφορά με το μικρό του αδερφάκι, οι αντιδράσεις του θα είναι σχετικά ίδιες. Πάλι θα δείξει στη συμπεριφορά του ζήλια, δυσαρέσκεια και γενικά θα αντιδράσει. Βέβαια στο χέρι σας είναι να του δώσετε να καταλάβει, πως το μικρό του αδερφάκι είναι εκεί για να το φροντίζει, να του κάνει παρεούλα, να μοιράζεται τα παιχνίδια του, να το το προσέχει και να το αγαπάει.



Αν τα παιδιά σας έχουν μικρή διαφορά ηλικίας, μερικά πλεονεκτήματα είναι:

  1. Θα ξεμπερδέψετε πιο γρήγορα από πάνες, ξενύχτια, μπιμπερό και όλα τα προβλήματα που συνοδεύουν τους πρώτους μήνες.

  2. Το πρωτότοκο παιδάκι σας θα έχει καλύτερο χαρακτήρα, και δεν θα είναι ένα "κακομαθημένο μοναχοπαίδι".

  3. Θα μπορείτε, αν επιθυμείτε να εργαστείτε, να επιστρέψετε στην εργασία σας σύντομα.

  4. Τα παιδάκια θα μεγαλώνουν μαζί, θα παίζουν μαζί, θα έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα.

  5. Θα κάνετε το μεγαλύτερο δώρο στο πρωτότοκο παιδί σας.

Πριν πάρετε πάντως την απόφαση να αποκτήσετε δεύτερο παιδί, σκεφτείτε τα προβλήματα και τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσετε, τα έξοδα και τις αντοχές που χρειάζονται για το μεγάλωμα δύο παιδιών, και αν είστε έτοιμες και νιώθετε ότι μπορείτε να τα καταφέρετε, προχωρήστε στο επόμενο βήμα.



Πως να προετοιμάσω το παιδί μου για το αδερφάκι του;

Η έλευση ενός νέου μέλους στην οικογένεια συνήθως αγχώνει τους γονείς για το πως θα αντιμετωπίσουν τη ζήλια που θα νιώσει το μέχρι πρότινος μοναχοπαίδι τους.

Είναι δε τόσο δεδομένη η αντίληψη αυτή που δεν διστάζουν να την εξωτερικεύουν και στα ίδια τα παιδιά που πρόκειται να αποκτήσουν αδερφάκι: "Δεν θα ζηλεύεις έτσι; Εσύ τώρα είσαι μεγάλο παιδί!"

Από τη μια λοιπόν 1) προετοιμάζουμε ψυχολογικά το παιδί μας για την έλευση ενός ερνητικού γεγονότος που θα του γεννήσει τη ζήλια και από την άλλη 2) του σηματοδοτούμε πως ήρθε το τέλος της παιδικότητας, αφού κάποιος άλλος θα χαίρεται τώρα τα σχετικά προνόμια.

Η συγγραφέας Τζεννιφερ Μπινγκχαμ Χαλ δεν δίστασε να διδαχθεί από το σωστότερο παράδειγμα της Ονδουρέζας νταντάς της μεγάλης της κόρης.

Στο βιβλίο της "Περισσότερα από ένα" αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά πως κατά την εγκυμοσύνη της εκείνη προετοίμαζε την κόρη της για να αντιμετωπίσει μια τραυματική εμπειρία, ενώ η νταντά της την προετοίμαζε για ένα χαρμόσυνο γεγονός. Πραγματικά, για τις λιγότερο "αναπτυγμένες" χώρες, στις οικογένειες είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο να έχει κανείς αδέρφια και μάλλον πολλά αδέρφια. Οι ενήλικες είναι εξοικειωμένοι με την ύπαρξη παιδιών ακόμη και πριν αποκτήσουν δικά τους παιδιά. Κάποια ανίψια, ξαδερφάκια, αδερφάκια ή γειτονάκια εξοικειώνουν από νωρίς τους μέλλοντες γονείς με τις απαιτήσεις που θα αντιμετωπίσουν μελλοντικά. Αντίθετα, στις δικές μας κοινωνίες όπου απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά τα παιδιά από την καθημερινότητα σημειώνεται το φαινόμενο πολλά ζευγάρια πριν αποκτήσουν το δικό τους πρώτο παιδί να μην έχουν την παραμικρή εμπειρία για το μεγάλωμα του.

Επιπροσθέτως, το μεγάλωμα της οικογένειας συνδέεται με το άγχος των γονέων της διατήρησης των υλικών παροχών. Οι γονείς βουλιάζουν στην εργασία για να παρέχουν τα "προς το ζην" όπως φυσικά απαιτεί το λάιφστάιλ μας, ουσιαστικά στερώντας έτσι την πολύτιμη παρουσία τους από τα παιδιά τους προκειμένου να εργαστούν ολοένα και εντατικότερα.

Πρόλο λοιπόν που οι ειδικοί επισημαίνουν και αναγνωρίζουν τη δυσκολία προσαρμογής στην οικογένεια που αποκτά νέο μέλος, σπεύδουν παρόλα αυτά να ονομάσουν "ζήλια" τη συμπεριφορά του μοναχοπαιδιού που μετατρέπεται σε πρωτότοκο. Και ενώ σαφώς απαγορεύεται στους γονείς, αλλά και στο ευρύτερο περιβάλλον να κακοχαρακτηρίζουν τα παιδιά, εντούτοις η λέξη "ζήλια" πρωτοστατεί σε σχετικές συζητήσεις.



Βασικό πλεονέκτημα της θεώρησης αυτής αποτελεί η αποενοχοποίηση της αποτυχίας των γονέων να σταθούν ως ουσιαστικοί αρωγοί στο πρωτότοκο παιδί τους κατά τη διάρκεια της δύσκολης μετάβασης της οικογένειας από τριμελή σε τετραμελή. Πολλές φορές οι γονείς, με την έλευση του δεύτερου παιδιού, παύουν να αφιερώνουν γόνιμο χρόνο στο πρωτότοκο, το εκδιώχνουν απο το κρεβάτι του για να κοιμάται το νέο μωρό, από το δωμάτιο του, το στέλνουν συχνότερα στους παππούδες  ή το εγγράφουν για πρώτη φορά κατά  τη χρονική αυτή στιγμή σε παιδικό σταθμό. Οι συμπεριφορές αυτές βιώνονται συχνά από τα παιδιά ως εγκατάλειψη, αφού δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουν την έλλειψη χρόνου που αντιμετωπίζουν οι γονείς και τις απαιτητικές φορντίδες που συνοδεύουν το κάθε νεογέννητο αδερφάκι. Είναι λοιπόν αρκετά συνηθισμένα φαινόμενα, όπως η επιστροφή του πρωτότοκου στη χρήση πάνας, ενώ έχει σημειωθεί και πραγματική ανάσχεση στην σωματική ανάπτυξη τρίχρονου παιδιού που εστάλει στο χωριό στους παππούδες με την έλευση του μικρού του αδερφού στο σπίτι.

Ο ενίοτε παραπονούμενος ως παραμελημένος από τη μητέρα σύζυγος καλείται τώρα να διαδραματίσει ως πατέρας το "ρόλο της ζωής του", καθώς αυτός θα χαρίσει στη μητέρα το απαραίτητο χρονικό περιθώριο να αφοσιωθεί στο νεοαφιχθές μέλος, χωρίς να νιώσει παραμελημένο το πρωτότοκο και ταυτόχρονα συσφίγγοντας τους δεσμούς του μαζί του. Το δεύτερο παιδί με τον τρόπο αυτό εμποδίζει την ολέθρια υπερβολική σύντηξη γονέων-παιδιού. Το δεύτερο παιδί όμως δεν θα πρέπει να σημαίνει και το τέλος της παιδικότητας που απολαμβάνει το πρωτότοκο. Συχνά οι γονείς αυξάνουν τις απαιτήσεις τους και γίνονται αυστηρότεροι με τα μεγαλύτερα του παιδιά. Βλέπουμε να τους αναθέτουν καθήκοντα δυσβάσταχτα για την τρυφερή του ηλικία, ακόμα και την επίβλεψη του μικρότερου αδερφού, τη συνοδεία του, το διάβασμα των μαθημάτων, καθιστώντας τα υπο-γονείς. Οι συγκρίσεις των γονέων είναι ένα σφάλμα που μπορεί να αποβεί μοιραίο για την αυτοεκτίμηση των παιδιών. Στους δύο ο ένας είναι πάντα πιο παχουλός, πιο ακατάστατος, πιο αποτυχημένος. Οι συγκρίσεις λοιπόν δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα, παρά να υποσκάπτουν την αδερφική σχέση και όχι μόνο.



Ακόμα και από τη βρεφική ηλικία, παρά τις συμβουλές των ειδικών για απεριόριστη τρυφερότητα, συχνά οι γονείς αγκαλιάζουν, φιλούν και χαϊδεύουν λιγότερα τα αγόρια. Η μοιρασιά είναι μια δύσκολη παράμετρος στην αδερφική σχέση. Η έννοια της δικαιοσύνης θα πρέπει να είναι σύμφωνη με την ηλικία και την προσωπικότητα του κάθε παιδιού και να προκύπτει κατόπιν συζήτησης και διαπραγματεύσεων. Γενικά όμως όταν ξεσπά "μπόρα" μεταξύ των αδερφών, καλό είναι να αποφεύγεται ο ρόλος του διαιτητή από τους γονείς, γιατί μπορούν να δημιουργηθούν νέες εντάσεις και παρεξηγήσεις. Οι ειδικοί συμβουλεύουν τους γονείς να εφαρμόζουν την "απομάκρυνση" όπου μπορούν. Ξεχωριστά δωμάτια, ξεχωριστά παιχνίδια, ξεχωριστές δραστηριότητες. Ειδικά στα δίδυμα αδέρφια, όπου είναι απαραίτητος και ο ετεροκαθορισμός, προτείνεται μέχρι και η εγγραφή τους σε διαφορετικούς παιδικούς σταθμούς. Οι καβγάδες στην αδερφική σχέση, κυρίως κατά τη διάρκεια της εφηβείας, θεωρούνται φυσιολογικοί και υποδηλώνουν υγιή σχέση.



Πηγή: Όλα για το παιδί μου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας άρεσε;
Σχολιάστε το!