26 Οκτ 2009

1. Να είναι προσαρμοσμένο στο γλωσσικό πλαίσιο του παιδιού.

Αρχικά το λεξιλόγιο του παιδιού είναι πολύ περιορισμένο και εκφράζει τις βασικές ανάγκες του, αλλά και ανταποκρίνεται στο στενό κύκλο όπου κινείται. Έχει διαπιστωθεί ότι στο δεύτερο έτος της ηλικίας του το παιδί χρησιμοποιεί μόνο 20 λέξεις, ενώ όταν βρίσκεται στην πρώτη τάξη του δημοτικού ο αριθμός των λέξεων αυξάνεται στις 400. Κατά την εκμάθηση της γλώσσας, το παιδί χρησιμοποιεί πρώτα το ρήμα (κυρίως κίνησης, αίσθησης), στη συνέχεια το ουσιαστικό (πρώτα τα συγκεκριμένα και αργότερα τα αφηρημένα). Από τα επίθετα προηγούνται όσα δηλώνουν μέγεθος, βάρος, χρώμα και χρησιμοποιούνται αρχικά ως κατηγορούμενα (αργότερα ως επιθετικοί προσδιορισμοί). Έπειτα από αυτά, κατακτώνται και τα υπόλοιπα μέρη του λόγου (αντωνυμίες, προθέσεις, σύνδεσμοι, επιρρήματα), τα οποία ενώνονται σε ένα οργανικό σύνολο. Κατά τη σύνδεση, προτιμάται η παρατακτική (κύριες προτάσεις) η οποία είναι απλότερη, πιο συχνή και πιο εύχρηστη από το λαό. Η υποτακτική σύνδεση μαθαίνεται να χρησιμοποιείται με την είσοδο του παιδιού στο σχολείο. Έτσι, είναι αναγκαία η χρήση ήδη γνωστών δομών από το παιδί, ώστε τα κείμενα να είναι κατανοητά, εύκολα αντιληπτά και να μην κάνουν το παιδί να νιώθει ανία. Η εισαγωγή σε πιο σύνθετες και πολύπλοκες δομές οφείλει να γίνεται προοδευτικά και με σύνεση.



2. Να είναι προσαρμοσμένο στο γνωσολογικό πλούτο του παιδιού.

Το παιδί, στο ξεκίνημα της ζωής του έχει περιορισμένες και θολές εμπειρίες που προέρχονται κυρίως από το οικογενειακό του περιβάλλον και αργότερα από το σχολικό. Έτσι λοιπόν τα θέματα των βιβλίων πρέπει να αναφέρονται σε καταστάσεις ήδη γνωστές και οικείες, σε πρόσωπα και πράγματα γνώριμα και αγαπητά (πχ γονείς, παππούς, γιαγιά, ζώα, παιχνίδια κλπ). Και σε αυτό το σημείο πρέπει η διεύρυνση των γνώσεων και εμπειριών να γίνεται ομαλά και σταδιακά, να ακολουθείται η παιδαγωγική απαίτηση "από τα εύκολα στα δύσκολα, από τα γνωστά στα άγνωστα".



3. Να ικανοποιεί την ανάγκη του παιδιού για κίνηση.

Χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας είναι η έντονη κινητικότητα και δραστηριότητα. Έτσι, όταν το παιδί είναι ξύπνιο, δεν ησυχάζει και δεν ηρεμεί ποτέ. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να είναι προσαρμοσμένο σε αυτό το ιδιαίτερο γνώρισμα το καλό παιδικό βιβλίο, ώστε να μην κουράζει το παιδί και το κάνει να αποστραφεί τη χαρά που δημιουργεί το διάβασμα. Αν είναι ποίημα πρέπει να είναι γοργό, σύντομο και να υπακουεί στο μέτρο. Η παραδοσιακή ποίηση με την ομοιοκαταληξία, τη ρυθμικότητα και την εγρήγορση, συγκινούν και ελκύουν το παιδί, σε αντίθεση με την αυτόματη γραφή που με την απουσία κανόνων, απωθεί και κάνει ελάχιστα προσιτό ένα ποίημα. Επιπλέον, οι ολιγοσύλλαβοι στίχοι και τα ολιγόστροφα ποιήματα, η επανάληψη ίδιων λέξεων και συλλαβών προσφέρουν χαρά και ανταποκρίνονται στην έμφυτη ρυθμικότητα του ανθρώπου. Για αυτό, άλλωστε, το λόγο, διασώθηκαν οι παροιμίες, τα γνωμικά, διότι μπορούσαν να απομνημονευθούν ευκολότερα λόγω της ρυθμικότητας τους. Αποδεικτικό στοιχείο είναι ότι οι νόμοι διατυπώθηκαν σε έμμετρο λόγο για να είναι πιο εύκολα απομνημονεύσιμα.

Η κινητικότητα ικανοποιείται επίσης και με την εναλλαγή εικόνων, καταστάσεων, προσώπων. Η στατικότητα του κειμένου προκαλεί ανία, ενώ η γρήγορη δράση και εξέλιξη εξάπτει τη φαντασία και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον.



4. Να ικανοποιεί την ανάγκη του παιδιού για χαρά.

Είναι γνωστό ότι το παιδικό βιβλίο, πάνω από όλα, πρέπει να προσφέρι χαρά, να διασκεδάζει και να ψυχαγωγεί. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορεί να αποσπάσει την προσοχή του παιδιού από το παιχνίδι, αλλά και να το ανανεώσει ψυχικά και πνευματικά. Η ανάγκη για χαρά είχε ήδη επισημανθεί από τους αρχαίους, οι οποίοι είχαν συμπληρώσει τις τριλογίες των τραγωδιών με τις κωμωδίες, οι οποίες έρχονται να ανακουφίσουν τους θεατές, να τους κάνουν να γελάσουν, ύστερα από τις συμφορές, τα βάσανα που μοιράστηκαν με τον ήρωα. Έτσι τα παιδιά αρέσκονται κυρίως στα εύθυμα τραγούδια και παραμύθια, στις κωμικές ιστορίες, στα ανέκδοτα, στους μπουφονικούς τύπους και στις καρικατούρες. Ο συγγραφέας του παιδικού βιβλίου γνωρίζοντας τη ψυχολογία του παιδιού, πρέπει να ικανοποιεί την προτίμηση του αυτή και να ολοκληρώνει την ιστορία με ένα ευτυχές τέλος, συνεχίζοντας έτσι την παραδοσιακή γραφή που θέλει τους ήρωες να αποκαθιστώνται στα μάτια των αναγνωστών.



5. Να μην προκαλεί ισχυρές, συγκλονιστικές συγκινήσεις.

Κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του το παιδί αρέσκεται να βρίσκεται στο οικείο περιβάλλον του, ενώ κάθε μεταβολή αυτού το ξαφνιάζει και το παραξευνεύει. Έτσι, τα λογοτεχνήματα που προκαλούν ισχυρές συναισθηματικές συγκινήσεις το ταράζουν, το γεμίζουν με φόβο, αγωνία και ανασφάλεια, του δημιουργούν προβλήματα προσαρμογής, ταραγμένο ύπνο και εφιαλτικά όνειρα. Το καλό λογοτεχνικό βιβλίο πρέπει να κινείται σε ένα τόνο ηρεμίας, γαλήνης και αισιοδοξίας και να αποφεύγει περιγραφές που προκαλούν ανατριχίλα και αποτροπιασμό. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να παρουσιάζεται η άσχημη πλευρά της ζωής με τις συμφορές, τα βάσανα και τις δυστυχίες. (Αυτό θα σήμαινε ωραιοποίηση του κόσμου και δημιουργία λανθασμένων εντυπώσεων για αυτόν). Αντίθετα αυτές πρέπει να εμφανίζονται, αλλά με τρόπο ήπιο και ελάσσονα, ως αναπόφευκτα στοιχεία της ζωής. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να αντιμετωπίζεται και το θέμα του θανάτου=ως φυσική κατάληξη κάθε έμψυχου και άψυχου όντος. Ιδιαίτερα κατά το 10ο έτος της ηλικίας όπου το παιδί αποκτά μεταφυσικά ανησυχίες και υπαρξιακά άγχη, ο συγγραφέας θα πρέπει να χειριστεί το θέμα με λεπτότητα και διακριτικότητα, έτσι ώστε να μη δημιουργήσει ανθρώπους ματαιόδοξους και πεισιθάνατους. Αντίθετα πρέπει να στρέφει τη ματιά του ανθρώπου στη ζωή και στις χαρές της, στην ομορφιά της και στις απολαύσεις της.



6. Να είναι απλό, παραστατικό, εποπτικό.

Πρόκειται για απλότητα στα εκφραστικά μέσα, στη διατύπωση των εννοιών, στη δομή και στις καταστάσεις. Μιλώντας για γλωσσικά σχήματα αναφερόμαστε στο γλωσσικό τύπο και στη σύνταξη. Ο γλωσσικός τύπος πρέπει να είναι οικείος, παρμένος από το λεξιλόγιο του παιδιού και η σύνταξη απλή με λόγο μικρών περιόδων. Η πληθώρα αγνώστων και αφηρημένων εννοιών δυσκολεύει το πλησίασμα του κειμένου. Οι εικόνες πρέπει να είναι συγκεκριμένες και άμεσες. Θα πρέπει να αποφεύγονται οι αναδρομές και τα παρένθετα επεισόδια, έτσι ώστε να μη διακόπτεται η αφήγηση και να μη διασπάται η νοηματική αλληλουχία. Οι καταστάσεις, κοινωνικές και συναισθηματικές, πρέπει να είναι από εκείνες που έχει βιώσει το παιδί ή που μπορεί να κατανοήσει.



7. Να καλλιεργεί στα παιδιά ευγενικά αισθήματα και να δημιουργεί παρορμήσεις για πράξεις ανώτερες.

Η τέχνη δεν έχει μόνο σκοπό να διασκεδάζει, αλλά και να κάνει τον άνθρωπο ικανό να συνηδειτοποιεί την πραγματικότητα, να συλλαμβάνει το πνεύμα της εποχής του, να ευαισθητοποιείται μπροστά στον ανθρώπινο πόνο, να συμμετέχει και να γίνεται κοινωνός στα παθήματα του ανθρώπινου περιβάλλοντος και να εργάζεται προς τη βελτίωση αυτού. Βέβαια είναι πιθανό κείμενα που έχουν τέτοιους στόχους, να ξεπέσουν στο διδακτισμό που απωθεί αντί να κερδίζει τους μικρούς αναγνώστες αφού τους δίνει έτοιμα καλούπια συμπεριφοράς και τους στερεί τη δυνατότητα της ελεύθερης κρίσης και επιλογής. Κάτι τέτοιο υποτιμά τη νοημοσύνη, προσβάλλει τα παιδιά και αφαιρεί από το λογοτεχνικό κείμενο τη χαρά της κατανόησης και επικοινωνίας. Είναι δυνατό να αποφευχθεί ο κίνδυνος να μεταβληθεί το λογοτέχνημα σε χρηστομάθεια ή κατήχηση αν ο συγγραφέας παραμερίσει  τις κουραστικές παραινέσεις και νουθεσίες. Αν θέλει το κείμενο του να καταλήγει σε κάποιο ηθικό ή άλλο συμπέρασμα, μπορεί να το πετύχει μέσα από την εξέλιξη και την πλοκή του έργου. Έτσι το αποτέλεσμα είναι διαρκέστερο και ικανοποιητικότερο, αφού είναι αποτέλεσμα ελεύθερης και δημιουργικής εσωτερικής διεργασίας. Η ηθικότητα, ο αλτρουϊσμός, ο πατριωτισμός, η ανωτερότητα, η θρησκευτικότητα κλπ, δε διδάσκονται με συνταγές και συνθήματα αλλά έρχονται ως φυσική συνέπεια βίωσης πραγματικών γεγονότων και καταστάσεων. Επίσης, η παρουσία ηρώων με ολοκληρωμένη προσωπικότητα και πλούσια δράση αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και συμβάλλει στη δημιουργία ευγενικών αισθημάτων.



8. Να προάγει την κοινωνικότητα και τη συνεργασία ανάμεσα στους ανθρώπους, καταπολεμώντας τον εγωκεντρισμό της νηπιακής ηλικίας και προάγοντας την τάση που χαρακτηρίζει τη μαθητική ηλικία, τη συμμετοχή στις δραστηριότητες της ομάδας. Επίσης, πρέπει να καταπολεμείται η τάση για απομόνωση που παρουσιάζεται έντονη στην προεφηβική και εφηβική ηλικία.



9. Να εξαιρεί το ιδανικό της ειρήνης και της συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς, με παράλληλη καταδίκη του πολέμου. Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να γίνεται με αφηρημένες φράσεις και θεωρίες αλλά με προβολή καταστάσεων στις οποίες να διακωμωδείται κάθε φιλοπόλεμη διάθεση και να προβάλλονται τα τραγικά αποτελέσματα των συγκρούσεων και των εχθροπραξιών.



10. Να προβάλλει το ρόλο της εργασίας στην κατάκτηση της ζωής και την αποστροφή στη φυγοπονία και την κάθε είδους εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Παράλληλα πρέπει να κάνει συνειδητή την απαίτηση για δικαιοσύνη και για δίκαιη αμοιβή της εργασίας.



11. Να καλλιεργεί την αγωνιστικότητα, καταδικάζοντας συγχρόνως τη μοιρολατρία και τη δουλοπρέπεια και να κάνει κατανοητό ότι τίποτα δεν κατακτιέται δίχως αγώνες και θυσίες.



12. Να κάνει το παιδί να συνειδητοποιήσει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι μεταξύ τους και ότι έχουν τα ίδια δικαιώματα στη ζωή και στη μόρφωση.



13. Να ανταποκρίνεται στη βαθμίδα ψυχικής και πνευματικής ανάπτυξης του παιδιού. 

Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια και μόνη παιδική λογοτεχνία, αλλά τόσες όσες είναι οι βαθμίδες από τις οποίες διέρχεται το παιδί μέχρι την ενηλικίωση του.



Πηγή από προσωπικές σημειώσεις.



0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας άρεσε;
Σχολιάστε το!